- ονειρομαντεία
- ονειρομαντεία, η και ονειρομαντική, ημάντεμα του μέλλοντος με την ερμηνεία, την εξήγηση των ονείρων, αλλ. ονειροκριτική.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ονειρομαντεία — Η προφητεία του μέλλοντος με την ερμηνεία των ονείρων. Ονομάζεται επίσης ονειροκριτική ή ονειρομαντική. Ήδη από την αρχαιότητα ο άνθρωπος απέδιδε στα όνειρα επέμβαση του θείου και γενικά των απόκρυφων δυνάμεων. Διαμορφώθηκαν έτσι ορισμένοι τρόποι … Dictionary of Greek
αίσακος — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Πρίαμου και της Αρίσβης, σύζυγος της Αστερόπης. Από τον παππού του Μέροπα διδάχτηκε την ονειρομαντεία, με την οποία ερμήνευσε το όνειρο της Εκάβης (που είδε ότι γέννησε δαυλό αναμμένο), όταν ήταν έγκυος στον Πάρη, ως… … Dictionary of Greek
μαντική — Η ικανότητα πρόβλεψης των μελλούμενων. Αποτέλεσε θεμελιώδη ενότητα για πολλές θρησκείες της αρχαιότητας, καθώς μέσω αυτής επιτυγχανόταν άμεση επαφή με τις θεότητες. Εμφανίζοντας κάποια σημεία ή μέσω του στόματος των μάντεων, οι θεοί… … Dictionary of Greek
ονειρομαντικός — ή, ό [ονειρομάντης] το θηλ. ως ουσ. η ονειρομαντική ή ονειρομαντεία … Dictionary of Greek
ονειροσκοπία — η [ονειροσκόπος] η πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων με την ερμηνεία τών ονείρων, ονειρομαντεία 2. ονειρολογία … Dictionary of Greek
όναρ — το (Α ὄναρ) 1. όραμα το οποίο παρουσιάζεται κατά τη διάρκεια τού ύπνου, όνειρο 2. φρ. «κατ όναρ» στον ύπνο, σε όνειρο αρχ. 1. καθετί το αβέβαιο ή απατηλό 2. (ως επίρρ.) ὄναρ σε όνειρο, στον ύπνο («ὄναρ γὰρ ὑμᾱς νῡν Κλυταιμνήστρα καλῶ», Ευμ.) 3.… … Dictionary of Greek
Βαβυλώνιοι — Αρχαίος λαός της πόλης Βαβυλώνας, αλλά και του νότιου τμήματος της Μεσοποταμίας, μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη. Οι Β. αποτελούσαν τον νότιο κλάδο των σημιτικών πληθυσμών της Μεσοποταμίας και ξεχώριζαν από τους Ασσυρίους, οι οποίοι ήταν… … Dictionary of Greek
ονειρομάντης — ο θηλ. ισσα αυτός που ασχολείται με την ονειρομαντεία, ο εξηγητής των ονείρων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)